Φταίει το ‘παχυσαρκογόνο’ περιβάλλον και δε χάνεις βάρος;

Τη σημερινή εποχή είναι πολύ δύσκολο κανείς να αδυνατίσει γιατί απαιτείται συνεχής επίγνωση της προσπάθειας, πράγμα που είναι πολύ δύσκολο να το πετύχεις αν αναλογιστούμε τις ανταγωνιστικές απαιτήσεις της καθημερινότητας και το πολύ γρήγορο lifestyle.

Η απώλεια βάρους ιστορικά ήταν πολύ δύσκολο να επιτευχθεί μιας που την εποχή που οι πρόγονοι μας κυνηγούσαν για την τροφή τους ήταν σχεδόν ανέφικτο να καταναλώσουν τόση ποσότητα τροφής, ώστε να γίνουν παχύσαρκοι.

Οι πιο απόλυτες εξηγήσεις της συμπεριφοράς σκέφτονται:

  • Γιατί μια συμπεριφορά πιθανόν να έχει θετική επίδραση στο fitness,

ενώ οι πιο άμεσες εξηγήσεις αναφέρονται σε μηχανισμούς για το:

  • Πώς θα είναι εφικτό να είναι ρεαλιστικό αυτό το όφελος.

Για παράδειγμα, ένας άμεσος λόγος γιατί τα μωρά κλαίνε είναι γιατί νιώθουν στρεσαρισμένα, ενώ ο απόλυτος λόγος είναι ότι το κλάμα αναπτύχθηκε γιατί αυξάνει το fitness μέσω της προστασίας από την εγκατάλειψη.

Παρόμοια, μια απόλυτη εξήγηση για το φαγητό είναι ότι προλαμβάνει το λιμό και την αναπαραγωγική αποτυχία και η άμεση είναι ότι υποστηρίζει μηχανισμούς που περιλαμβάνουν την αναμενόμενη χαρά από την κατανάλωση νόστιμων τροφίμων.

Ακόμα, έχει παρατηρηθεί ότι η μειωμένη χωρική μνήμη που έχει παρατηρηθεί στους παχύσαρκους παρατηρείται μετά από οξεία έκθεση σε μια αυξημένη θερμιδικά διατροφή, σχετίζεται με αυξημένη διαιτητική πρόσληψη και διαταραγμένο διατροφικό πρότυπο.

Σε σχέση με τη μνήμη για το πρόσφατο επεισόδιο σίτισης (ποσότητα τροφής), υπάρχει ισχυρή ένδειξη ότι όταν δεν είσαι συγκεντρωμένος στην κατανάλωση φαγητού διαταράσσεται ο έλεγχος και η μνήμη για το φαγητό έχοντας αντίκτυπο στην διατροφική πρόσληψη και όρεξη.

Παράδειγμα αποτελεί η παράλληλη ενασχόληση με τα παιχνίδια στον υπολογιστή έχει ως συνέπεια την αυξημένη όρεξη μετά την κατανάλωση ενός προκαθορισμένου γεύματος, όπως και την αυξημένη ποσότητα κατανάλωση τροφής κατά το γεύμα.

Αυτό είναι σημαντικό γιατί αποτελεί τη βάση των ανησυχιών σχετικά με το πώς τα παιδιά αλληλεπιδρούν με τα media και τη διαφήμιση και δέχονται αυξημένες και ιστορικά ασυνήθιστες ευκαιρίες για απεριόριστη κοινωνική εκπαίδευση.

Επιπρόσθετα, μια εκτίμηση είναι ότι τα τρόφιμα που καταναλώνονται σε μη – βιομηχανοποιημένα περιβάλλοντα π.χ. Αφρική έχουν μέση ενεργειακή πυκνότητα περίπου 1,1 kcal/g, ενώ στις δυτικές χώρες αγγίζει τα 3,2 kcal/g. Έχει βέβαια παρατηρηθεί ότι οι άνθρωποι με χαμηλό κοινωνικοικονομικό επίπεδο σχετίζεται με υψηλότερο βάρος και ειδικότερα αυτό αφορά τις γυναίκες. Αυτό το παράδοξο αντικατοπτρίζει τις μη –θρεπτικές επιλογές και τη μειωμένη προσβασιμότητα σε μη ενεργειακά πυκνά τρόφιμα.

Ένα ακόμα παράδειγμα επιρροής της κοινωνίας είναι η αλληλεπίδραση μερίδας και μεγέθους, μιας και οι άνθρωποι τρώνε περισσότερο φαγητό όταν είναι διαθέσιμες μεγαλύτερες μερίδες και το κάνουν όταν η μερίδα παρουσιάζεται μεγαλύτερη από ότι θα μπορούσε να καταναλωνόταν σε ένα και μόνο γεύμα.

Οι ραγδαίες αλλαγές στα τροφικά συστήματα πιθανόν δημιουργούν δυσαρμονία μεταξύ των απόλυτων και άμεσων αναγκών. Έτσι δεν υπάρχει λόγος να υποθέτουμε ότι όλες οι πηγές δυσαρμονίας θα αυξήσουν τη διατροφική πρόσληψη, αφού υπάρχουν παράγοντες που ασκούν μείωση ή έχουν μικρή επίδραση.

Συνεπώς, ο ενεργειακός περιορισμός συχνά αποτυγχάνει γιατί ανταγωνίζεται βαθιά ριζωμένες ψυχολογικές και φυσιολογικές διαδικασίες που προσαρμόζονται στο ανθρώπινο DNA για να προωθηθεί η αποτελεσματική αναζήτηση τροφής.


Πηγή:

  • Brunstrom JM. et.al., Do humans still forage in an obesogenic environment? Mechanisms and implications for weight maintenance, Physiol Behav. 2018 Feb 19. pii: S0031-9384(18)30099-4

    Γράφει ηΜαρία Μεντζέλου, Διατροφολόγος – Διαιτολόγος B.Sc., Μ.Sc. στην Κλινική Διατροφή, Τηλέφωνο: 6984515475, E-mail: maria.mentzelou@hotmail.com